Τράπεζα, τρόμος ή ελπίδα;

Άρθρο του Γιώργου Τσεβά*

​Όλοι οι άνθρωποι που έχουν μια ενεργή ζωή και αλληλεπιδρούν με όλα τα στρώματα του κοινωνικού ιστού, εύκολα και αβίαστα διαπιστώνουν πως μέσα στα λόγια του απλού κόσμου βρίσκετε ταυτόχρονα, βαθιά σοφία και εμπειρική γνώση αλλά και εύκολη κριτική, παντογνωσία, προκαταλήψεις και ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί. Το φαινόμενο αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό και συμβαίνει σε όλες τις κοινωνίες του κόσμου. Οι λόγοι που συμβαίνει ποικίλουν, και δεν μπορούν να προσεγγιστούν σε μία μονάχα σελίδα. Εξαιτίας όμως αυτού του φαινομένου η γνώμη και τάση της κοινωνίας πολλές φορές γίνεται καταλύτης και αποκτά επίδραση σε όλα τα φάσματα του βίου. Άλλωστε είναι γνωστό τοις πάσι πως η σκέψη γίνεται λόγος, ο λόγος επιλογή και η επιλογή πράξη. Έτσι λειτουργεί ο άνθρωπος ως μονάδα και η ανθρωπότητα ως σύνολο.

​Στο δια ταύτα όμως! Τράπεζα. Και τι δεν επικρατεί στο μυαλό της κοινωνίας όταν ακούει για τις τράπεζες. Αντισημιτικές τοποθετήσεις γεμάτες προκαταλήψεις. Φανταζόμαστε απρόσωπους ανθρώπους αποξενωμένους από τις κοινωνίες δίχως συμπόνια και δίχως ενσυναίσθηση. Η κοινωνία έχει συνδέσει την τράπεζα με έναν καπιταλιστικό μπαμπούλα ο οποίος τρομοκρατεί τον απλό κόσμο που αγωνία και παλεύει για το βιος του καθημερινά. Πόση αλήθεια κατοικεί σε αυτούς τους ισχυρισμούς; Πάντοτε είμαι της άποψης πως όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά. Για να υπάρχει εντός της κοινωνίας αυτή η αντίληψη, ακόμα και αν είναι γεμάτη προκαταλήψεις , κάπου θα υπάρχει μια υγιής ανησυχία …

​Για αρχή ας αφουγκραστούμε αυτές τις ανησυχίες της κοινωνίας. Είναι πολλές οι φορές που οι τράπεζες έχουν συμμετάσχει σε μεγάλα χρηματιστηριακά σκάνδαλα και έτσι έχουν οι ίδιες δώσει ένα δείγμα αναξιοπιστίας στο ευρύ κοινό. Είναι πολλά τα τραπεζικά ιδρύματα που συνεργάζονται με εγκληματίες και ΄΄ξεπλένουν΄΄ τα χρήματα τους ή τους τα μεταφέρουν σε φορολογικούς παραδείσους . Και τέλος , οι τράπεζες πολλές φορές δείχνουν ένα στριφνό προφίλ και μια άκομψη αντιμετώπιση απέναντι στις δυσκολίες που μπορεί να συναντήσει ένας απλός οφειλέτης όσων αφορά την αποπληρωμή μιας οποιασδήποτε εγχρήματης συναλλαγής . Αυτά τα παραδείγματα είναι αρκετά για να δημιουργηθεί το αρνητικό κλίμα απέναντι στο τραπεζικό σύστημα. Βέβαια πρέπει να είμαστε ως άνθρωποι και λίγο επιφυλακτικοί με εκείνους που διαιωνίζουν με στόμφο αυτό το αρνητικό κλίμα καθώς συνήθως προέρχονται από συγκεκριμένους χώρους, υπηρετούν συγκεκριμένες απόψεις και τους βολεύει πραγματικά να θεωρούν τη τράπεζα ως τον απόλυτο εχθρό καθώς πίσω από αυτή την άποψη κρύβονται οι δικές τους αδυναμίες και κοινωνικές παθογένειες. Εμείς εδώ συζητάμε για την υγιήανησυχία του κόσμου και τις αγνές φοβίες που μπορεί να έχει και όχι για δεσποτικούς εχθρούς και φανατισμένους αντιπάλους ή υποστηρικτές του τραπεζικού συστήματος.

​Σαν εν δυνάμει ιστορικός, μου είναι αδύνατον να μην εντάξω την ιστορική χροιά γύρω από το ζήτημα της τράπεζας. Ας αναρωτηθούμε όλοι μαζί πως θα ήταν μια κοινωνία δίχως τράπεζες; Δεν χρειάζεται να αναρωτηθούμεκαθώς γνωρίζουμε, και μάλιστα πολύ καλά. Πριν από τις τράπεζες ο μόνος τρόπος να βρει ένας άνθρωπος πρόσβαση σε χρήματα ήταν μέσω των τοκογλύφων. Τοκογλύφοι οι οποίοι έθεταν τους δικούς τους όρους προς τον δανειζόμενο και έπαιρναν τόκους αβάσταχτους. Πριν την τράπεζα ο κόσμος βρίσκοταν στο φεουδαρχικό σύστημα ή πιο κατανοητά σε ένα σύστημα δουλοπαροικίας. Ο άρχοντας της εκάστοτε περιοχής μάζευε έναν δυσβάσταχτο φόρο και δεν έδινε κανένα δικαίωμα κοινωνικής ανέλιξης στον αγρότη , τον βοσκό ή τον τεχνίτητης δουλοπαροικίας του.

​Όταν το σύστημα της φεουδαρχίας κατάφερε να απομακρύνει από τη μεσαιωνική Ευρώπη τον φόβο των Νορμανδών ,΄΄γνωστοί ως Βίκινγκς΄΄ , ξεκίνησε ένας μεγάλος πυρετός εμπορίου. Όμως ο κάθε άνθρωπος άνηκε στον Κόμη ή τον Βαρόνο ή τον Δούκα της περιοχής που ζούσε. Το εμπόριο και τα προιόντα του με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κατέληγαν στον τοπικό άρχοντα. Οι παραγωγοί λοιπόν άρχισαν να μετακινούνται και να αναζητούν ευκαιρίες σε άλλες επαρχίες και σε άλλα μέρη. Ποιος θα τους χρηματοδοτούσε όμως ; Εκεί εμφανίστηκε η τράπεζα. Ένας οργανισμός που με συγκεκριμένο καταστατικό και οργανωμένο σύστημα χρηματοδότησης, επένδυσε στα οράματα των ανθρώπων και τους έδωσε την ευκαιρία να επιχειρήσουν και να καταδιώξουν την επιτυχία τους. Με τη σειρά τους όλοι αυτοί οι έμποροι και οι παραγωγοί, δημιούργησαν ανεξάρτητα κέντρα μέσα σε μεγάλα δουκάτα, κέντρα τα οποία τα χρησιμοποίησαν για την αποθήκευση προϊόντων, για τις συναλλαγές τους, και για κάθε λογήςδραστηριότητα.

​Αυτά τα κέντρα με τη σειρά τους δημιούργησαν ευκαιρίες κάθε λογής. Οι έμποροι είχαν άλογα, έτσιχρειάστηκαν πεταλωτές , αυτοί με τη σειρά τους σιδεράδες, όλοι μαζί χρειάστηκαν χτίστες και όλοι μαζί στο τέλος χρειάζονταν τους ίδιους τους εμπόρους που δημιούργησαν αυτή τη νέα συνθήκη. Η φεουδαρχία, δηλαδή ο δουλοπαροικισμός και κατ΄επέκταση η απολυταρχία άρχισε να φθίνει. Η οργανωμένη χρηματοδότηση κατάφερε να ανατρέψει έναν ολόκληρο κόσμο και να δημιουργήσει τα νέα εμπορικά κέντρα και τις νέες μεγάλες πόλεις. Για πρώτη φορά άρχισαν να υπάρχουν ευκαιρίες ενώ πριν δεν υπήρχε καν ελπίδα για έναν αγρότη ή έναν απλό άνθρωπο της υπαίθρου. Αυτή την κοσμοϊστορική αλλαγή την οφείλουμε κατά 50% στην ανάγκη του ανθρώπου για το εμπόριο και το επιχειρείν και κατα 50% στο τραπεζικό σύστημα που πριμοδότησε αυτές τις προσπάθειες.

​Συγκεντρωτικά καταλήγουμε στο εξής. Και βέβαια οι τράπεζες κερδίζουν. Πολλές φορές κερδίζουν πολύ περισσότερα από αυτά που ρισκάρουν. Αυτό όμως δεν αναιρεί την προσφορά τους στη κοινωνία και στη πρόοδο. Και αν οι τράπεζες είναι τόσο μα τόσο κακές, γιατί το 80% των επιχειρήσεων στρέφονται προς αυτές για δανεισμό; Γιατί πάνω από το 90% των ανθρώπων που αγοράζουν ή χτίζουν σπίτι, παίρνουν στεγαστικό δάνειο; Μας αρέσει να λέμε πόσο κακές είναι, αλλά τους χτυπάμε την πόρτα καθώς η ίδια τους η ύπαρξη ανταποκρίνεται σε δύο πραγματικές ανάγκες του ανθρώπινου είδους, στην ανάγκη για στέγαση και για το επιχειρείν!!

*Ο Γιώργος Τσεβάς είναι Φοιτητής Ιστορικού – Αρχαιολογικού ΠανεπιστημίουΠελοποννήσου

Απάντηση